Σήμερα εορτάζουμε...
Image

22 Μαΐου

Β΄ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος Κων/πο­λη 381 κα­τά πνευ­μα­το­μά­χων (Μα­κε­δο­νί­ου)

B­α­σι­λί­σκου Μάρ­τυ­ρος 308

Ἰ­ω­άν­νου Βλα­δι­μή­ρου βα­σι­λέ­ως Σέρ­βων 1015 κα­τά Βο­γο­μί­λων

Πράξ. κα΄ 26-32 • Ἰ­ω. ι­στ΄ 2-12

 

2205

Με­τά τήν Α’ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο τῆς Νί­και­ας ἀ­νε­φά­νη­σαν στήν Ἐκ­κλη­σί­α καί νέ­οι αἱ­ρε­τι­κοί, ὅ­πως οἱ Πνευ­μα­το­μά­χοι ἤ Μα­κε­δο­νια­νοί, ὑ­πό τόν αἱ­ρε­σιά­ρ­χη Μα­κε­δό­νιο Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως, οἱ Ἡ­μι­α­ρεια­νοί, ὁ Ἀ­πο­λι­νά­ριος Λα­ο­δι­κεί­ας, ὁ Σα­βέλ­λιος Πτο­λε­μα­ΐ­δος, ὁ Μάρ­κελ­λος Ἀ­γκύ­­ρας, ὁ Φω­τει­νός Σιρ­μί­ου, ὁ Εὐ­νό­μιος  Κυ­ζί­κου μέ τόν δι­δά­σκα­λό του Ἀ­έ­τιο, ὁ Εὐ­δό­ξιος Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως, ὁ Παῦ­λος Σα­μο­σα­τεύς καί ἄλ­λοι πού προ­σείλ­κυ­αν πολ­λούς ὀ­πα­δούς.

Τό χρι­στο­λο­γι­κό ζή­τη­μα τέ­θη­κε ἐξ αἰ­τί­ας τῆς αἱ­ρέ­σε­ως τοῦ Ἀ­πο­λι­να­ρί­ου Λα­ο­δι­κεί­ας. Ὁ Ἀ­πο­λι­νά­ριος (390 μ.Χ.), ὅ­πως καί ἡ λε­γό­με­νη Ἀ­λε­ξαν­δρι­νή Σχο­λή, τό­νι­ζε πρω­τί­στως τήν ἑ­νό­τη­τα στό Πρό­σω­πο τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, συ­χνά εἰς βά­ρος τῆς πλη­ρό­τη­τας τοῦ ἀν­θρώ­πι­νου στοι­χεί­ου. Ἐ­πέ­με­νε στή στε­νή ἕ­νω­ση Θε­οῦ καί ἀν­θρώ­που στόν Χρι­στό, ἀλ­λά ἡ ἀν­θρώ­πι­νη φύ­ση Του δέν ἦ­ταν πλή­ρης, ἔ­τσι ὥ­στε ὁ Χρι­στός νά μήν εἶ­ναι τέ­λει­ος ἄν­θρω­πος, ἀλ­λά μό­νο τέ­λει­ος Θε­ός.

Οἱ Πνευ­μα­το­μά­χοι ἤ Μα­κε­δο­νια­νοί ἀρ­νοῦν­ταν τή θε­ό­τη­τα τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, θε­ω­ρών­τας αὐ­τό «κτί­σμα καί ὄ­χι Θε­ό, οὔ­τε ὁ­μο­ού­σιο μέ τόν Πα­τέ­ρα καί τόν Υἱ­ό». Κα­τά τόν Μέ­γα Βα­σί­λει­ο οἱ Πνευ­μα­το­μά­χοι θε­ω­ροῦν­ταν ὄ­χι μό­νο ὅ­τι θε­ο­μα­χοῦ­σαν κα­τά τοῦ Θε­οῦ καί τοῦ Υἱ­οῦ καί ὅ­τι χρι­στο­μα­χοῦ­σαν, ἀλ­λά καί ὅ­τι πνευ­μα­το­μα­χοῦ­σαν.

Στή δι­δα­σκα­λί­α τοῦ Ἀ­πο­λι­να­ρί­ου καί τοῦ Μα­κε­δο­νί­ου ἀν­τέ­δρα­σαν ἀ­πό πο­λύ νω­ρίς οἱ Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί τόν κα­τα­δί­κα­σαν πολ­λές φο­ρές. Ἡ ὁ­ρι­στι­κή ὅ­μως κα­τα­δί­κη τῆς αἱ­ρε­τι­κῆς τους κα­κο­δο­ξί­ας ἔ­γι­νε ἀ­πό τή Β’ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο τῆς Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως τό 381 μ.Χ.

Ἡ Β’ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος συ­νῆλ­θε ἀ­πό τόν Μά­ι­ο μέ­χρι τό τέ­λος τοῦ Ἰ­ου­λί­ου τοῦ 381 μ.Χ. στήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη, με­τά ἀ­πό πρό­σ­κλη­ση τοῦ αὐ­το­κρά­το­ρος Θε­ο­δο­σί­ου τοῦ Με­γά­λου, πρός ἐ­πί­λυ­ση θε­ο­λο­γι­κῶν καί δι­οι­κη­τι­κῶν προ­βλη­μά­των. Οἱ ἑ­κα­τόν πε­νήν­τα θε­ο­φό­ροι Πα­τέ­ρες, πού συμ­με­τεῖ­χαν σέ αὐ­τήν, προ­έρ­χον­ταν ἀ­πό πε­ρι­ο­χές, οἱ ὁ­ποῖ­ες πο­λι­τι­κά ὑ­πά­γον­ταν στή δι­και­ο­δο­σί­α τοῦ αὐ­το­κρά­το­ρα πού τούς συγ­κά­λε­σε. Ἐ­πρό­κει­το δη­λα­δή πε­ρί Με­γά­λης Συ­νό­δου τῶν Ἐ­πι­σκό­πων τοῦ Ἀ­να­το­λι­κοῦ Ρω­μα­ϊ­κοῦ Κρά­τους, ἡ δέ ἀ­να­γνώ­ρι­σή της ὡς τῆς Β’ Οἰ­κου­με­νι­κῆς ἔ­γι­νε ἀ­πό τήν Δ’ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο, πού συ­νῆλ­θε στή Χαλ­κη­δό­να τό 451 μ.Χ., ἡ ὁ­ποί­α καί ἀ­πο­δέ­χθη­κε τό Σύμ­βο­λον αὐ­τῆς ὡς ἰ­σο­δύ­να­μο καί ἰ­σό­κυ­ρο μέ αὐ­τό τῆς Νι­καί­ας.

Ἡ Β’ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος ἀ­πέ­κτη­σε με­γά­λη ση­μα­σί­α γιά τόν Χρι­στι­α­νι­σμό πρό πάν­των δι­ό­τι συμ­πλή­ρω­σε τό ἱ­ε­ρό Σύμ­βο­λον τῆς Πί­στε­ως, ἀ­φοῦ δογ­μά­τι­σε ἰ­δί­ως τήν Πνευ­μα­το­λο­γί­α τῆς Μί­ας, Ἁ­γί­ας, Κα­θο­λι­κῆς καί Ἀ­πο­στο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ὡς καί ἄλ­λα ἄρ­θρα τῆς πί­στε­ως, καί ἔ­τσι ἀ­πο­τέ­λε­σε ὁ­ρό­ση­μο στήν ἱ­στο­ρί­α τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας καί μέ­γα σταθ­μό ἰ­δί­ως στό δογ­μα­τι­κό κα­θο­ρι­σμό τῆς ἀρ­χαί­ας Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἡ σπου­δαι­ό­τη­τα τῆς πα­ρού­σης Συ­νό­δου καί τοῦ Συμ­βό­λου αὐ­τῆς ἔγ­κει­ται κυ­ρί­ως στήν ὁ­λο­κλή­ρω­ση τοῦ Τρι­α­δι­κοῦ δόγ­μα­τος, διά τῆς θε­σπί­σε­ως τῆς Θε­ό­τη­τος καί τῆ­ς «ἐκ τοῦ Πα­τρός» ἐκ­πο­ρεύ­σε­ως τοῦ Πνεύ­μα­τος, χω­ρίς τοῦ­το νά ση­μαί­νει ὅ­τι πα­ρα­θε­ω­ρεῖ­ται ἡ ση­μα­σί­α τῆς δι­δα­σκα­λί­ας αὐ­τῆς πε­ρί Ἐκ­κλη­σί­ας, βα­πτί­σμα­τος, ἀ­να­στά­σε­ως νε­κρῶν καί ζω­ής αἰ­ω­νί­ου.

Τό ἱ­ε­ρόν Σύμ­βο­λον τῆς Πί­στε­ως, τό «Πι­στεύ­ω», ἀ­παγ­γέ­λλε­ται καί κα­θο­μο­λο­γεῖ­ται ἀ­πό ὅ­λους τούς Χρι­στια­νούς ὡς ὁ­μο­λο­γί­α πί­στε­ως, ὡς βα­πτι­στή­ριο καί ὡς λει­τουρ­γι­κό κεί­με­νο στή θεί­α λα­τρεί­α τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας, ἡ ὁ­ποί­α ἀ­να­γνω­ρί­ζει καί τι­μᾶ αὐ­τό ὡς ἔρ­γο τῶν δύ­ο πρώ­των Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων.

Ἐ­κεῖ­νο τό ὁ­ποῖ­ο ὑ­πο­γραμ­μί­ζει ὁ Ἅ­γιος Γρη­γό­ριος ὁ Νύσ­σης στή Σύ­νο­δο εἶ­ναι ὅ­τι ὁ Ἴ­διος ὁ Κύ­ριος ἐ­πι­συ­νά­πτει τό Πνεῦ­μα μέ τόν Πα­τέ­ρα καί τόν Υἱ­ό, δε­δο­μέ­νου ὅ­τι ἔ­χει ὅ­λα τά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά τῆς θεί­ας φύ­σε­ως καί εἶ­ναι ζω­ο­ποι­όν, ἅ­γιον, ἀ­ΐ­διον, σο­φόν, εὐ­θές, ἡ­γε­μο­νι­κόν. Αὐ­τή ἡ κοι­νό­τη­τα τῶν Ὀ­νο­μά­των ἀ­πο­δει­κνύ­ει ὅ­τι οὐ­δε­μί­α δι­α­φο­ρά ὑ­πάρ­χει στήν ἐ­νέρ­γεια με­τα­ξύ Πα­τρός, Υἱ­οῦ καί Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Ἡ ταυ­τό­τη­τα δέ τῆς ἐ­νέρ­γειας ἀ­πο­δει­κνύ­ει τό ἡ­νω­μέ­νον τῆς φύ­σε­ως. Οὐ­δείς ἑ­πο­μέ­νως πρέ­πει νά ἀρ­νη­θεῖ τήν μί­α Θε­ό­τη­τα τῶν Τρι­ῶν Προ­σώ­πων τῆς Ἁ­γί­ας Τριά­δος. Γι­’­αὐ­τό ὁ ἱ­ε­ρός Πα­τέ­ρας ἀ­να­γρά­φει ὅ­τι «μί­α ἐ­στίν ἡ ζω­ή ἡ­μῶν ἡ διά τῆς εἰς τήν Ἁ­γί­αν Τριά­δα πί­στε­ως πα­ρα­γι­νο­μέ­νη, ἐκ μέν τοῦ Θε­οῦ τῶν ὅ­λων πη­γά­ζου­σα, διά δέ τοῦ Υἱ­οῦ προ­ϊ­οῦ­σα, ἐν δέ τῷ Ἁ­γί­ῳ Πνεύ­μα­τι τε­λει­ου­μέ­νη».

 

0
Shares
© Copyright 2025 Αντιαιρετική Προσπάθεια για την Προστασία της Ελληνορθόδοξης Παράδοσης της Οικογένειας και του Ανθρωπίνου Προσώπου Back To Top

Publish the Menu module to "offcanvas" position. Here you can publish other modules as well.
Learn More.

0
Shares