Ὀρθόδοξος Τύπος
Ὁ Προκαθήμενος καὶ οἱ Ἱεράρχαι δὲν ἀναλογίζονται ὅτι θὰ στιγματισθοῦν ὡς οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἡγέται, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τους κατηργήθη τὸ Αὐτοκέφαλον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος;
Ἡ καθημερινότητα καταδεικνύει ὅτι ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος βρίσκεται σέ πλήρη ἀφασία καί ὅτι ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἔχει ἐκχωρήσει τίς ἁρμοδιότητές της στόν Προκαθήμενο τῆς Ἐκκλησίας. Ὅτι οἱ ἱεράρχες διστάζουν καί φοβοῦνται νά ἀναμετρηθοῦν μέ τήν πραγματικότητα, μέ ἐπακόλουθο τά προβλήματα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος νά χρονίζουν καί νά μένουν ἄλυτα. Ἀποκλειστικό μέλημα, τό ὁποῖο ἀπασχολεῖ τά μέλη τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶναι νά μή προκαλέσουν τόν Καίσαρα, εἴτε αὐτός εἶναι ὁ πολιτικός ἐξουσιαστής εἴτε ὁ Καίσαρας τοῦ Φαναρίου. Τήν ἴδια στιγμή ἡ ἀγωνία γιά τά προβλήματα τοῦ ποιμνίου ἔχει ἐκμηδενισθῆ, ὁ πόθος γιά τήν διατήρηση τοῦ ἀποστολικοῦ πνεύματος ἔχει πρό πολλοῦ ἀτονήσει καί τό ἐνδιαφέρον γιά τόν εὐαγγελισμό τῶν “ἐγγύς” καί τῶν “μακράν” ἀποτελεῖ πιά διεργασία μακρινῆς ἐποχῆς.
Καί ἐνῶ ἡ ἐποπτεία πού ἐξασκοῦσε ἡ Πολιτεία μέχρι πρόσφατα στήν Ἐκκλησία περιοριζόταν στά ἐξωτερικά ζητήματά της, τά τελευταῖα χρόνια, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ κορωνοϊοῦ καί μετά, ἡ ἐπέμβαση στά ἐσωτερικά της θέματα, τά ὁποῖα ἔχουν νά κάνουν πρωτίστως μέ τίς ἁρμοδιότητες τῶν ἐπισκόπων γιά τήν διαφύλαξη τῆς ὀρθῆς πίστεως καί ζωῆς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ καρκίνωμα πού ταλαιπωρεῖ τήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία, σέ σημεῖο πού τό σύστημα τῆς νόμῳ κρατούσης Πολιτείας νά ἔχη μεταβληθῆ σέ μία ἄκρατη πολιτειοκρατία. Τήν στιγμή μάλιστα πού ἡ πολιτική ἐξουσία εἶναι ὄχι ἁπλῶς ξένη καί ἀδιάφορη στήν πίστη καί στήν χριστιανική ζωή, ὅπως συνέβαινε στό παρελθόν, ἀλλά ἐπιθετική καί πολέμια.
Ὡς ἐπακόλουθο αὐτῆς τῆς ἄκρατης πολιτειοκρατίας ἔχουμε τήν ἀλλοίωση τῆς δομῆς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος, τήν ἀποσύνθεση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ὀργανισμοῦ καί τήν ὑποβάθμιση τῶν ἱερῶν κανόνων, ὡς ρυθμιστικῶν παραγόντων τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου, σέ σημεῖο πού νά ἀγνοοῦνται καί νά περιφρονοῦνται τόσο ἀπό τούς φορεῖς τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, ὅσο καί ἀπό τούς ἔχοντες τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα. Ἡ ἀποδοχή καί νομιμοποίηση τῆς μή κανονικῆς ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας τοῦ Μητροπολίτη Ἐπιφανίου τό ἐπιβεβαιώνει μέ τόν καλύτερο τρόπο.
Μέσα σέ αὐτά τά πλαίσια τῆς ἀποσύνθεσης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ὀργανισμοῦ συνεχεῖς εἶναι οἱ καταγγελίες εὐσεβῶν κληρικῶν γιά πιέσεις πού δέχονται ἀπό τούς ἐπισκόπους τους, ὥστε ὁ κηρυκτικός τους λόγος νά μή ἔχη καμία ἀναφορά, τόσο σέ θέματα οἰκουμενισμοῦ, ὅσο καί γιά τό ἐπαίσχυντο νόμο τῶν ὁμοφυλοφίλων, προσπαθώντας ἔτσι ἡ ἐκκλησιαστική διοίκηση νά ἐπιβάλλη τήν σιωπή, μέ τήν αἰτιολογία νά μή προκαλεῖται ὁ Καίσαρας. Λόγω αὐτῆς τῆς σιωπῆς καί τῆς ὑποταγῆς χρειάσθηκε ἄλλωστε ἕνας ὁλόκληρος μήνας, γιά νά δώση στήν δημοσιότητα ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία μία ἁπλή καί ἄνευρη ἀνακοίνωση, τόσο γιά τήν ὑβριστική καί σατανική ἐναρκτήρια τελετή τῶν ὀλυμπιακῶν ἀγώνων, ὅσο καί γιά τίς καταστροφικές πυρκαϊές τοῦ καλοκαιριοῦ.
Αὐτή ἡ νοσηρή καί ἐκκοσμηκευμένη πραγματικότητα ἔχει ὡς ἄλλο ἐπακόλουθο σύμπτωμα τήν ἀνειλικρίνεια καί τήν ὑποταγή στό σχῆμα καί στήν διαλεκτική τῆς διπλωματίας, τόσο τῶν ἐπισκόπων μεταξύ τους, ὅσο καί μέ τό ποίμνιο. Στίς ἡμέρες μας οἱ ἐπίσκοποι ἔπαψαν νά μιλοῦν πιά τήν γλῶσσα τῆς ἀληθείας καί τῆς ἐντιμότητας. Δηλαδή, τό ναί νά εἶναι ναί καί τό οὐ οὐ καί διαλέγονται μέ ὁδηγό τίς ἀρχές τῆς σκοπιμότητας καί μέ κίνητρο τήν ἐξυπηρέτηση τῶν προσωπικῶν τους ἐπιδιώξεων, μέ ἐπακόλουθο ἄλλα νά λέγωνται τήν μία ὥρα καί ἄλλα τήν ἄλλη, ἀνάλογα πάντα μέ τό ἀκροατήριο. Ὅταν ἀπευθύνωνται στόν λαό νά ἐπαγγέλωνται τήν ἀντίσταση, ἐνῶ ὅταν μιλοῦν μέ τόν Καίσαρα νά διακατέχωνται ἀπό τήν ὑποταγή· ἐπιβεβαιώνοντας ἔτσι τόν λόγο τοῦ Δαυίδ «ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἀλήθεια, ἡ καρδία αὐτῶν ματαία· τάφος ἀνεωγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδουλιοῦσαν».
Μία τρίτη συνέπεια αὐτῆς τῆς νοσηρῆς κατάστασης, πού ἀλλοιώνει τό ἁγιαστικό πνεῦμα πού συντηρεῖ τό θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί τό ὑποβαθμίζει σέ κοσμικό θεσμό, εἶναι τό «πάρε- δῶσε» τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοίκησης μέ τήν κοσμική ἐξουσία. Οἱ «ὀρεγόμενοι ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος», ἐνῶ πρὶν τὴν ἐκλογή τους ἀνοίγουν διαλόγους μέ τούς ἐκπροσώπους τοῦ πολιτικοῦ κόσμου, γιά νά τούς χρησιμοποιήσουν ὡς ὄργανα καί μοχλούς, γιά νὰ τούς διευκολύνουν στήν ἀνάδειξή τους, μετά τήν ἐκλογή τους ἀναπόφευκτα ἔρχεται ἡ ὥρα τῶν ἀνταποδόσεων. Αὐτή ἡ «παράνομη» σχέση, ἡ ὁποία σύμφωνα μέ τούς ἱερούς κανόνες ἐπισύρει τήν ποινή τῆς καθαιρέσεως καί τοῦ ἀφορισμοῦ, ἔχει ὡς καρπό της τήν σιωπή. Οἱ ἔχοντες τήν διακονία νά ἐπι-σκοποῦν, ἀντί νά αἰσθανθοῦν τό βάρος καί τήν ὑπευθυνότητα τοῦ λειτουργήματός τους, ἐπιδίδονται στήν σιωπή μπροστά στίς προκλητικές ἠθικές παρεκτροπές τῶν ἰσχυρῶν, στήν θώπευση στίς ὅποιες ἀνεντιμότητές τους, στήν προσφορά τῶν ὅποιων δουλικῶν ἐξυπηρετήσεων, στίς κολακεῖες μέ μόνον στόχο τήν παραμονή στό ἐπισκοπικό τους ἀξίωμα.
Ἀπότοκο τῶν παραπάνω ἐκτροπῶν εἶναι ἡ ἀπροθυμία τῶν ἐπισκόπων νά ἀσχοληθοῦν μέ τά δύσκολα προβλήματα πού ἀπασχαλοῦν τήν Ἐκκλησία. Οἱ ἐπίσκοποι ἀρνοῦνται νά ἔλθουν ἀντιμέτωποι μέ τήν πολιτική ἐξουσία, δέν ὀρθώνουν λόγο ἀντίστασης γιά τό ἀνελεύθερο, ἀπάνθρωπο, αὐταρχικό καί ὁλοκληρωτικό καθεστώς πού ἔχει ἐπιβάλει ἡ σύγχρονη ἀποστασία, ἐπίσης ἀρνοῦνται νά καταγγείλλουν τήν πνευματική καί οἰκονομική ἐξαθλίωση ὅπου ἔχει ὁδηγηθῆ ἡ σύγχρονη ἑλληνική κοινωνία ὑπαιτιότητι ὅλου τοῦ πολιτικοῦ κόσμου.
Ἔτσι, ὑπό τό κράτος αὐτῆς τῆς ἄκρατης πολιτειοκρατίας ὁ ἐκκλησιαστικός ὀργανισμός οὐσιαστικά ἔχει ἀποδιοργανωθῆ σέ σημεῖο πλήρης ὑποταγῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας στίς ὑποδείξεις καί τίς ἀποφάσεις τόσο τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας ὅσο καί τοῦ Φαναρίου. Βλέπουμε τήν διοικοῦσα Ἐκκλησία νά ἀνέχεται ἤ νά ἀποδέχεται σιωπηλά ἀφενός τίς προσταγές γιά τήν ἀνάδειξη τῆς ἀτζέντας τῆς ὁμοφυλοφιλίας πού ἔχει ἐπιβάλει ὁ πολιτικός κόσμος καί ἀφετέρου τήν ἐνσωμάτωσή της στήν Νατοϊκή Ὀρθοδοξία ὑπό τόν πρῶτο τοῦ Φαναρίου. Μίας Νατοϊκῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία λειτουργεῖ ὡς μοχλός στήριξης τῆς Δύσης καί τῆς ἀμερικανικῆς πολιτικῆς, ἀλλά καί ὡς μέσο ἀποκλεισμοῦ τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας.
Σέ αὐτά τά πλαίσια τῆς ὑποταγῆς στόν πάπα τῆς Ἀνατολῆς οἱ ἐπίσκοποι τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ὀφείλουν νά σιωποῦν στίς διώξεις πού ὑφίσταται ἡ μαρτυρική κανονική Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ὑπό τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο, νά συλλειτουργοῦν μέ τούς ἀχειροτόνητους καί σχισματικούς. Νά σιωποῦν γιά τό ἀδιέξοδο πού ἔχει περιέλθει ἡ ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησία, ὑπαιτιότητι τῶν χειρισμῶν τοῦ Φαναρίου. Νά σιγοῦν γιά τίς δηλώσεις τοῦ Πατριαρχείου γιά τόν κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα μέ τούς αἱρετικούς παπικούς, ἑορτασμός ὁ ὁποῖος θά ἀποτελέση προεόρτιο τῆς ἕνωσης τῶν ἐκκλησιῶν, νά μή ἀντιδροῦν στά ἀνοίγματα τοῦ Πατριαρχείου στούς Οὐκρανούς Οὐνίτες. Νά μή μιλοῦν γιά τίς μεθοδεύσεις τῆς κυβέρνησης νά ἐπέμβη μέ βίαιο τρόπο, γιά νά ἐκκενώση τήν Ἱερά Μονή Ἐσφιγμένου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μετά ἀπό ἀπαίτηση τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Ἔτσι τίθενται τά ἐρωτήματα, ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας καί οἱ Ἱεράρχες της, γιά νά παραμείνουν στούς θώκους τους εἶναι διατεθειμένοι νά ἐνδώσουν σέ κάθε ἀσυδοσία τῆς ἄθεης πολιτικῆς ἐξουσίας; Δέν ἀναλογίζονται ὅτι θά στιγματισθοῦν ὡς οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες, πού ἐπί τῶν ἡμερῶν τους ἀπεμπολήθηκε ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανικός χαρακτήρας αὐτῆς τῆς Χώρας καί αὐτό, γιά νά παραμείνουν στούς θρόνους τους;
Ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας καί οἱ Ἱεράρχες της δέν ἀναλογίζονται ὅτι θά στιγματισθοῦν ὡς οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες, οἱ ὁποῖοι ἐπί τῶν ἡμερῶν τους καταργήθηκε τό Αὐτοκέφαλο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος; Ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν ἔπαψε νά εἶναι ὁ προκαθήμενος τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί πέρασε σάν ἐξαρτημένος στήν δικαιοδοσία καί στίς διαταγές τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου; Ὅτι ἐπί τῶν ἡμερῶν τους στόν ἑλλαδικό χῶρο ἐπικράτησε τό σχῆμα νά ὑπάρχη μία ἐκκλησιαστική ὑπερεξουσία, ἡ ὁποία ἑδρεύει ἐκτός τῆς ἑλληνικῆς ἐπικράτειας καί μία ὑφιστάμενη Ἱεραρχία, ἡ ὁποία βρίσκεται ὑπό τήν ἄμεση ὑποταγή τοῦ Φαναρίου;
Ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας καί οἱ Ἱεράρχες δέν ἀναλογίζονται ὅτι ἔτσι ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία ὁδηγεῖται στήν λήθη καί στήν ἀπορρόφησή της ἀπό τό Φανάρι; Ὅλα δείχνουν ὅτι οἱ ἐκκλησιαστικές ἐξελίξεις στήν Χώρα μας εἶναι σκοτεινές καί δυσοίωνες, ὅπως ἄλλωστε καί οἱ ἐθνικές, λόγω τῆς σιωπῆς τῆς ἐκλησιαστικῆς ἡγεσίας.