Χριστιανική-Admin
Πρόκληση για τη Δημοκρατία η ιδιοτελής “φιλανθρωπία” της Ολιγαρχίας
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό είναι άρθρο της Ελβετίδας δημοσιογράφου Μυρέτ Ζακί στη γαλλική εναλλακτική ιστοσελίδα “Elucid” (Ελυσίντ) με θέμα ” Ιδρύματα των εκατομμυριούχων: Πρόκληση για τη Δημοκρατία”. Δισεκατομμύρια δολάρια διοχετεύονται από δισεκατομμυριούχους σε ελεγχόμενα από τους ίδιους κοινωφελή ιδρύματα. Κάτι που τους διαφημίζει και τους εξωραΐζει στην κοινή γνώμη. Και συνάμα τούς δίνει τη δυνατότητα να επηρεάζουν τομείς όπως η επιστημονική έρευνα και η ενημέρωση, αλλά και να επωφελούνται αποφεύγοντας τη φορολόγηση.
Το ίδρυμα Bill & Melinda Gates και η δημόσια υγεία
Το ίδρυμα “Μπιλ & Μελίντα Γκέιτς”, δημιούργημα του ιδρυτή της “Μάικροσοφτ” και της συζύγου του, είναι “προικισμένο” με κεφάλαια 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ. Χρηματοδοτεί το 10% του προϋπολογισμού του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, με αποτέλεσμα να τίθεται το ερώτημα κατά πόσον αυτός ο τόσο ζωτικός Οργανισμός που έχει δημιουργηθεί από τον ΟΗΕ, μπορεί να ακολουθήσει πολιτική αντίθετη με τις επιλογές του βασικού του χρηματοδότη. Η χρηματοδότηση αυτή δεν γίνεται εν λευκώ. Το ίδρυμα επιλέγει τους τομείς στους οποίους κατευθύνονται οι πόροι που διαθέτει.
Ο καθηγητής Lawrence Gostin (Λόρενς Γκόστιν), διευθυντής του Ινστιτούτου Ο Νιλ για την εθνική και παγκόσμια υγεία του αμερικανικού Πανεπιστημίου του Τζόρτζταουν, αξιωματούχος ταυτόχρονα του Π.Ο.Υ., απευθυνόμενος στο swissinfo.ch, ενώ επαινεί τη συνεισφορά της ιδιωτικής φιλανθρωπίας, εκφράζει τον προβληματισμό του για το βαθμό της εξάρτησης: “Το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης του Γκέιτς προς τον Π.Ο.Υ. συνδέεται με συγκεκριμένες προτεραιότητες του ιδρύματος. Αυτό σημαίνει ότι ο Π.Ο.Υ. δεν μπορεί να θέσει δικές του παγκόσμιες υγειονομικές προτεραιότητες και δεσμεύεται από έναν σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτο ιδιωτικό παράγοντα. Αντίθετα με τα κράτη, το Ίδρυμα Γκέιτς ελάχιστα υπόκειται σε δημοκρατικές διαδικασίες λογοδοσίας.”
Όπως αναλύει η Λίντσι Μακγκόϊ, κοινωνιολόγος και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Έσεξ στο βιβλίο της “No thing as a Free Gift. The Gates Foundation and the price of Philanthropy” (Δεν υπάρχουν δώρα δωρεάν. Το Ίδρυμα Γκέιτς και η τιμή της φιλανθρωπίας), η ιδιωτική φιλανθρωπία επιδιώκει να χρηματοδοτεί αντικείμενα μετρήσιμα και με αποτελέσματα που γίνονται γρήγορα ορατά.
Αντίθετα, μακρόπνοοι ζωτικοί τομείς όπως οι υποδομές των συστημάτων υγείας στις αναπτυσσόμενες χώρες δεν προσελκύουν το ενδαιφέρον τους.
Κριτική ασκήθηκε στο Ίδρυμα διότι αρνήθηκε να στηρίξει έστω και την προσωρινή άρση των δικαιωμάτων της “πατέντας” των αντι-Κόβιντ εμβολίων.
Ο τομέας της πληροφόρησης, Μπέζος, Γκέιτς και Σόρος
Η περίπτωση της εφημερίδας “Λιμπερασιόν”: Είναι ελάχιστα γνωστό ότι η γαλλική εφημερίδα “Λιμπερασιόν”, παλαιό φύλλο της Αριστεράς με καταβολές στον Μάη του 1968 ανήκει στο “Ταμείο χρηματοδότησης για έναν ανεξάρτητο Τύπο” του δισεκατομμυριούχου Πατρίκ Ντραχί. Η ανεξαρτησία της εφημερίδας θα κατοχυρωνόταν, μόνον αν οι δημοσιογράφοι έλεγχαν το ίδρυμα αυτό. Από τη στιγμή που αυτό δεν συμβαίνει, η δήθεν “ανεξαρτησία” που χρηματοδοτεί το “Ταμείο”, είναι προκάλυμμα εξάρτησης του Τύπου στον χρηματοδότη του.
Καμμία διαφορά δεν υπάρχει με την αμερικανική ιστορική εφημερίδα “Ουάινγκτον Ποστ”, την οποία έχει απευθείας εξαγοράσει ο ιδιοκτήτης του “Άμαζον” Τζεφ Μπέζος, χωρίς να μεσολαβεί κάποιο “ίδρυμα”.
Το ίδρυμα “Ανοικτή Κοινωνία” (Open Society Foundation) του γνωστού μας Τζορτζ Σόρος, που πλούτισε κερδοσκοπώντας τη δεκαετία του 90 εις βάρος της Τράπεζας της Αγγλίας, διαθέτει 20 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
Η ιστοσελίδα για το 2020 αναφέρει ότι το ίδρυμα χρηματοδότησε με το ποσό των 23,6 εκατομμυρίων δολαρίων μόνο τον τομέα της “Δημοσιογραφίας” (“Journalism”). Άλλοι “τομείς”, με βάση τη δική τους ορολογία:
“Δημοκρατική Πρακτική” (DEMOCRATIC PRACTICE) $235.9 εκατ
“Οικονομική Ισότητα και δικαιοσύνη” (ECONOMIC EQUITY AND JUSTICE) $136.4 εκατ.
“Παιδεία” (EDUCATION) $145.1 εκατ.
“Ισότητα και εναντίον των διακρίσεων” (EQUALITY AND ANTIDISCRIMINATION) $137.1 εκατ.
“Υγεία και δικαιώματα” (HEALTH AND RIGHTS) $128.5 εκατ.
“Κινήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεσμοί” (HUMAN RIGHTS MOVEMENTS AND INSTITUTIONS) $81.9 εκατ.
“Πληροφόρηση και ψηφιακά δικαιώματα: (INFORMATION AND DIGITAL RIGHTS) $27.6 εκατ
“Δικαιοσύνη, μεταρρύθμιση και ευνομία” JUSTICE REFORM AND THE RULE OF LAW $84.3 εκατ
“Διαθεματικές δράσεις”(CROSS-THEMATIC) $113.0 εκατ.
Όπως προκύπτει και από την ιστοσελίδα του, χρηματοδοτεί πολλούς τίτλους ΜΜΕ παγκοσμίως, ακόμα και με εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια εφάπαξ, για να προωθήσει μια ιδεολογία φιλοατλαντική, φιλοαμερικανική και προσχηματικά “δημοκρατική”. Η εφημερίδα “Γουολ Στριτ Τζέρναλ” αποκάλυψε, ότι για να αποφύγει τη φορολόγηση, ο Σόρος μετέφερε 18 δισεκατομμύρια δολάρια στα ιδρύματά του, χωρίς το ζήτημα να τεθεί από κάποιο πολιτικό πρόσωπο, προφανώς διότι ο Σόρος χρηματοδοτεί ευρύτατα τις εκστρατείες τους… Πίσω από τις ωραιολογίες, κρύβεται ένα πανίσχυρο δίκτυο με πολλαπλές δυνατότητες επηρεασμού της πολιτικής ζωής και της κοινής γνώμης σε όλο τον κόσμο.
Το ίδρυμα “Μπιλ & Μελίντα Γκέιτς”, έχει και εδώ “παρουσία”: “Υποστηρίζει” οικονομικά την βρετανική εφημερίδα “Guardian”, από την οποία “όλως συμπτωματικώς” απουσιάζουν τα επικριτικά δημοσιεύματα για τη δραστηριότητα του “ευαγούς ιδρύματος” στην Αφρική. Πέρα από την είδηση που αποκάλυψε η ΜΚΟ “Grain” το 2014, ότι από τα 3 δισεκατομμύρια δολάρια που το ίδρυμα του ιδρυτή της “Μάικροσοφτ” εμφανίζει ότι διατέθηκαν για την ανάπτυξη της Αφρικής μεταξύ 2003 και 2014, μόνο το 4% διατέθηκε απευθείας στην αφρικανική ήπειρο, ενώ τα υπόλοιπα χρηματοδότησαν αμερικανικά εργαστήρια. Η αμερικανική μη κυβερνητική οργάνωση U.S. RIGHT TO KNOW δημοσιεύει εκτεταμένη λίστα επικριτικών δημοσιευμάτων για τη δραστηριότητα του ιδρύματος “Γκέιτς” στην Αφρική που ΄κατά 99% προέρχονται από ανεξάρτητα ΜΜΕ και ΜΚΟ. Η αμερικανική εφημερίδα “New York Times” είχε αναθέσει το ρεπορτάζ για το ίδρυμα Γκέιτς σε δύο δημοσιογράφους ( David Bornstein και Tina Rosenberg) που ταυτόχρονα εργάζονταν στην ομάδα “Solutions Journalism Network” χρηματοδοτούμενη από το ίδιο το ίδρυμα παρά την ευθεία σύγκρουση συμφερόντων. Αποτέλεσμα: Μία από τις πιο έγκυρες εφημερίδες στον κόσμο να καλύπτει μεροληπτικά και ευνοϊκά τη δραστηριότητα του ιδρύματος.
Το άρθρο αναφέρεται και στον τομέα πολιτισμού, στην περίπτωση του Μουσείου του ιδρύματος Vuitton στη Γαλλία. Ο δισεκατομμυριούχος Μπερνάρ Αρνό, η οικογένεια του οποίου έχει περιουσία μεγαλύτερη του Έλον Μασκ μέσω του ομίλου LVMH που ελέγχει τη “βαριά βιομηχανία” της γαλλικής μόδας (σήματα Louis Vuitton, Dior, Tiffany, Moët & Chandon και Givenchy) δημιούργησε το ίδρυμα το 2005. Διαφήμισε τη δημιουργία “Μουσείου Vuitton” ως “δώρου προς τη Γαλλία”. Τελικά, το γαλλικό δημόσιο κατέβαλε το 80% του κόστους δημιουργίας του, πάνω από 610 εκατομμύρια ευρώ. Επέβαλαν μάλιστα, εισιτήριο εισόδου 16 ευρώ, ενώ στα αντίστοιχα μουσεία που δημιουργούν οι Αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι, η είσοδος είναι δωρεάν.
Η διάκριση ανάμεσα στο έργο που είναι όντως φιλανθρωπικό και κοινωφελές και σε αυτό που συνιστά συγκαλυμμένη διαφήμιση και προβολή και “ξέπλυμα” μέσω της ηθικής, της κοινωνικής και οικολογικής δραστηριότητας είναι ουσιώδης γιατί ενώ η κοινωφελής δραστηριότητα χωρίς αντάλλαγμα ορθώς απολαμβάνει ηθική καταξίωση και φορολογική απαλλαγή, δεν μπορεί το ίδιο να συμβαίνει με δραστηριότητα που εντάσσεται σε διαφημιστική εκστρατεία ή που αποφέρει άλλα, άμεσα ή έμμεσα οικονομικά οφέλη. Παρά το γεγονός ότι τα όρια είναι δυσδιάκριτα, επιβάλλεται για το λόγο αυτό, η δραστηριότητα που εμφανίζεται ως φιλανθρωπική και κοινωφελής εκ μέρους οικονομικών κολοσσών να ελέγχεται και να αποδίδει λογαριασμό στις αρμόδιες αρχές.
Θα ήταν ενδιαφέρουσα μία ανάλογη έρευνα και στην Ελλάδα.